Tags

, , , , , , ,


Λόγω της μεγάλης έκτασής του, το υπόμνημα στη «Fata Morgana» ολοκληρώνεται σε τρεις συνέχειες. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει υπόμνημα στους στίχους 9-28. Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος και εδώ το τρίτο μέρος.

Παρατίθεται ξανά το πρώτο μέρος του ποιήματος:

Fata_Morgana_1Fata_Morgana_2 (α)

Ξυλογραφίες του Γ. Βακαλό, που κόσμησαν την πρώτη έκδοση της συλλογής "Πούσι" (έκδοση Α. Καραβία του 1947). Πηγή: www.lifo.gr

Ξυλογραφίες του Γ. Βακαλό, που κόσμησαν την πρώτη έκδοση της συλλογής “Πούσι” (έκδοση Α. Καραβία του 1947). Πηγή: http://www.lifo.gr

ΥΠΟΜΝΗΜΑ (ΣΥΝΕΧΕΙΑ)

9. πανί δερμάτινο, αλειμμένο με κερί: Αυτή είναι η αίσθηση που προκαλεί στον ποιητή η αφή του υγρού, διεγερμένου κόλπου.

10. οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι: Όπως αποκαλύπτει ο αμέσως επόμενος στίχος («όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί», 11), οι οσφρητικές αυτές παραπομπές συνδέουν την οσμή του γυναικείου κόλπου με τα σκαριά — και κατ᾽ επέκταση με τις ναυτικές δραστηριότητες — των αρχετυπικών ναυτικών λαών της Φοινίκης και της Μεσοποταμίας («στον Ευφράτη, στη Φοινίκη», 12). Το ξύλο του κέδρου ήταν το πιο συνηθισμένο υλικό για τη ναυπήγηση των αρχαίων καραβιών, ενώ το λιβάνι αποτελούσε παραδοσιακά βασικό εξαγωγικό προϊόν της Ανατολής.

13. χόρτο ξανθό τρίποδο σκέπει μαντικό: Πιθανότατα εδώ περιγράφεται η εξωτερική ανατομία του αιδοίου. Το ξανθό του τρίχωμα και η τριμερής του ανατομική δομή (τα δύο χείλη και η κλειτορίδα) απροσδόκητα φέρνουν στον νου του ποιητή τον αρχαίο τρίποδα και μάλιστα τον μαντικό, οι αναθυμιάσεις από τον οποίο προκαλούσαν στην Πυθία προφητική φρενίτιδα. Η εκ του σύνεγγυς επαφή με το αιδοίο αποκτά εδώ ενορατικές διαστάσεις. Το τρίχωμα του αιδοίου αντιστοιχεί στα φύλλα της δάφνης που καίγονταν στον μαντικό τρίποδα.

14. tarποτάμι…πίσσα: Η εικόνα εδώ παραπέμπει στη ναυπηγική, όπου η πίσσα χρησιμοποιείται για το καλαφάτισμα του σκαριού. Το καταληκτικό ουσιαστικό του στίχου βεβαίως λειτουργεί παρά προσδοκίαν, αφού ο τρόπος με τον οποίο η φράση κλιμακώνεται — η εικόνα του ζεστού υγρού που ρέει σαν ποτάμι, και μάλιστα «άγριο, ακαταμάχητο, απειλητικό» — μας κάνει λογικά να περιμένουμε, αντί της λέξης πίσσα, τη λέξη λάβα. Το ποιητικό παιγνίδι του Καββαδία είναι βεβαίως συνειδητό. Η ερωτική πράξη (το ζεστό, εκρηκτικό υγρό δεν μπορεί παρά να παραπέμπει, φυσικά, και στην κορύφωση της πράξεως), η ναυπήγηση του καραβιού (και συγκεκριμένα το καλαφάτισμα, δηλαδή το γέμισμα των σχισμών του καραβιού με το ζεστό υγρό, η οποία από μόνη της έχει σεξουαλικές συνδηλώσεις: δεν είναι τυχαίο που το ρήμα «καλαφατίζω» σημαίνει επίσης «βατεύω, πηδάω»· πρβλ. Βάρδια, 81: «Τι να σε πω, μωρέ; Μαλάκα… Ατζαμή… Τίμιο… Ήτανε παρθένα. Δεν ήξερες να την καλαφατίσεις πριν να μου τη στείλεις;») και η ηφαιστειακή έκρηξη συμφύρονται σε ένα εκρηκτικό κράμα, το οποίο οι «αμαρτωλοί» που αγάπησαν το γυναικείο κορμί ρουφούν λαίμαργα.

17. Rosso Romano, πορφυρό της Δαμασκός: Πρόκειται, το πιθανότερο, για πολυτελή υφάσματα, όλα σε αποχρώσεις του κόκκινου, με τα οποία σκεπαζόταν το Ιερό Δισκοπότηρο· πρβλ. από την προαναφερθείσα επιστολή στη Θεανώ Σουνά:

Κόκκινο της Πομπηίας, Rosso Romano, πορφυρό της Δαμασκός. Βελούδο που σκεπάζει το ιερό δισκοπότηρο.

18. δόξα του κρύσταλλου, κρασί απ᾽ τη Σαντορίνη: Πρβλ. από την ίδια επιστολή: «κρασί βαθυκόκκινο, που δίνει δόξα στο κρύσταλλο». Το χρώμα αλλά και το άρωμα του κρασιού είναι τόσο θεσπέσιο που αναδεικνύει, «δοξάζει», το ίδιο το ακριβό και περίτεχνο σκεύος που το περιέχει. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των κρασιών της Σαντορίνης είναι το δυνατό άρωμά τους, η έντονή τους γεύση και η υψηλή περιεκτικότητά τους σε αλκοόλ: όπως και το γυναικείο αιδοίο, δηλαδή, είναι κρασιά άκρως μεθυστικά.

19. ο Απόλλωνας βοσκός: Αναφορά στον μύθο της θητείας του Απόλλωνα στην αυλή του βασιλιά των Φερών της Θεσσαλίας, Αδμήτου. Να υποστεί ένα έτος καταναγκαστικής, δουλικής εργασίας ως βοσκός στην αυλή του Αδμήτου ήταν η τιμωρία που επιβλήθηκε στον Απόλλωνα από τον Δία για τον φόνο των Κυκλώπων· πρβλ. Ευρ. Άλκ. 3-8: Ζεὺς γὰρ κατακτὰς παῖδα τὸν ἐμὸν αἴτιος / Ἀσκληπιόν, στέρνοισιν ἐμβαλὼν φλόγα· / οὗ δὴ χολωθεὶς τέκτονας Δίου πυρὸς / κτείνω Κύκλωπας· καί με θητεύειν πατὴρ / θνητῷ παρ᾿ ἀνδρὶ τῶνδ᾿ ἄποιν᾿ ἠνάγκασεν. / ἐλθὼν δὲ γαῖαν τήνδ᾿ ἐβουφόρβουν ξένῳ.

357px-Domenichino_and_assistants_-_Apollo_killing_the_Cyclops_-_Google_Art_Project

Ντομενικίνο (1581-1641) και μαθητές: “Ο Απόλλων σκοτώνει τον Κύκλωπα”

20. να κολυμπάει τα βέλη του με διοσκορίνη: Ο Καββαδίας εδώ μάλλον περιγράφει τον ίδιο τον φόνο των Κυκλώπων από τον Απόλλωνα — πρωθύστερα, εφόσον ο φόνος, όπως είπαμε, προηγήθηκε και αποτέλεσε την αιτία της υποβάθμισής του θεού σε απλό βοσκό. Διοσκορίνη, κατά τον Τράπαλη, είναι ένα «πολύ δηλητηριώδες αλκαλοειδές από τη διοσκορέα». Η διοσκορέα είναι είδος αμυλούχου βολβού, μια ποικιλία του οποίου, η dioscorea dumetorum, στην άγρια μορφή της είναι ιδιαιτέρως τοξική. Ο ποιητής φαντάζεται τον Απόλλωνα να βουτάει τα βέλη του στο δηλητήριο πριν τα εκτοξεύσει κατά των Κυκλώπων. Συλλαμβάνοντας την εικόνα αυτή ο ποιητής είναι πιθανό να είχε υπόψη του αυτή τη ζωγραφική παράσταση του Domenichino. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι ιδιαιτέρως σαφής η λειτουργία της εν λόγω μυθολογικής αναφοράς στο πλαίσιο μιας στροφής που μιλά για το χρώμα, τη γεύση και την αφή του αιδοίου παραβάλλοντάς το με βελούδινα υφάσματα και δυνατά κρασιά. Είναι πάντως πιθανό, αν όντως ο Καββαδίας ανακαλεί την παράσταση του Ιταλού ζωγράφου, να επανεμφανίζεται εδώ ένα συχνό μοτίβο της καββαδιακής ποίησης. Όπως προκύπτει από τις πυκνές σχετικές αναφορές στα ποιήματά του, ο Καββαδίας ήταν λάτρης και γνώστης της ζωγραφικής γενικώς· ενίοτε, όμως, οι αναφορές του σε συγκεκριμένους πίνακες δείχνουν να απηχούν αναμνήσεις του από διακοσμήσεις που είδε σε διάφορα μέρη. Δεν αποκλείεται λοιπόν, αν και ο πίνακας δεν έχει θέμα ερωτικό, όπως οι «Ανακλινόμενες Αφροδίτες» του Τισιανού, στις οποίες παραπέμπει ο στ. 5 του ποιήματος «Πικρία», αντίγραφο του πίνακα του Domenichino να υπήρχε κρεμασμένο σε κάποιο από τα μπορντέλα που το Ποιητικό Εγώ είχε επισκεφθεί ή σε κάποιο άλλο σταθμό των περιπλανήσεών του.

21. σκουριά πυρόχρωμη: Στην έκτη στροφή ο Καββαδίας περιγράφει αναλυτικά το «καρχηδόνιο επίχρισμα». Βλ. πιο πάνω, σχόλιο στον στίχο 7. Οι εικόνες που χρησιμοποιούνται παραπέμπουν στο χρώμα της σκουριάς και του χαλκού. Η σκουριά είναι «άγια», εφόσον συνδέεται κυρίως με τη μάνα («που μας γεννά» και «μας τρέφει»), δεν παύει όμως να είναι σκουριά, η οποία σιγά-σιγά μας κατατρώει. Ο δυισμός της Γυναίκας, ως μάνας και ερωμένης, ως Αγγέλου και Δαίμονα, είναι εδώ εμφατικός. Στην έβδομη στροφή, αυτή ακριβώς η τελευταία διάσταση υλοποιείται ως ζωγραφιά σε θρησκευτικό εικόνισμα.

21. μίνες του Σινά: Τα ορυχεία της χερσονήσου του Σινά, πολλά από τα οποία παράγουν ακόμη και σήμερα χαλκό. Ο ποιητής παρομοιάζει τον αργό θάνατο που επιφέρει στην ψυχή του εραστή η διαβολική γυναίκα με την ύπουλη δράση της σκουριάς, που κατακάθεται για χρόνια στους πνεύμονες του μεταλλωρύχου σκοτώνοντάς τον λίγο-λίγο.

22. οι κάβες της Γερακινής: Παραθαλάσσιο χωριό της Χαλκιδικής, δέκα χιλιόμετρα από τον Πολύγυρο, στο οποίο επίσης υπάρχουν πλούσια ορυχεία, κυρίως λευκολίθου.

22. το Στρατόνι: Το Στρατόνι (ή Στρατώνι) είναι επίσης παραθαλάσσιος οικισμός της Χαλκιδικής με έντονη μεταλλευτική δραστηριότητα.

23. Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά: Βλ. σχόλιο στον στ. 21.

23-24. που μας γεννά…μας τρέφει: Όπως προκύπτει και από την προαναφερθείσα ποιητική επιστολή προς τη Θεανώ Σουνά, ο Καββαδίας θεωρούσε ότι τροποντινά το καρχηδόνιο επίχρισμα, ως ουσία του μητρικού κόλπου, διαποτίζει το σώμα του νεογεννήτου και το «τρέφει». Στο πιο κάτω χωρίο, το καρχηδόνιο επίχρισμα, που συνεχίζει να λάμπει στο σώμα του Μεγαλέξαντρου, πείθει τη γοργόνα, την αδελφή του, ότι είναι ακόμη ζωντανός:

Είδα χθες πολλές φορές την κοπέλα της πλώρης [δηλ. την «πλωριά γοργόνα»]: λυσίκομη φιγούρα να σκοτεινιάζει, να θέλει να κλάψει. Σα να ’χε πιστέψει για πρώτη φορά ότι πέθανε ο Μεγαλέξαντρος, όμως το καρχηδόνιο επίχρισμά του έμενε το ίδιο λαμπρό.

23-24: τρέφεται από μας και μας σκοτώνει:Βλ. σχόλιο στον στ. 21.

25. καντήλι, δισκοπότηρο χρυσό, αρτοφόρι: Στην έβδομη στροφή επανέρχεται, όπως είπαμε, η θρησκευτική εικονοποιία της πρώτης και πιο συγκεκριμένα, με περισσότερες λεπτομέρειες αυτή τη φορά, η ιερουργία της θείας μετάληψης. Στους στ. 25-6 ο ποιητής απαριθμεί τα σκεύη του μυστηρίου. «Αρτοφόριο» ονομάζεται σκεύος τοποθετημένο στην Αγία Τράπεζα, στο οποίο φυλάσσεται ο άρτος της κοινωνίας. Παρατηρούμε ότι μέσα από την εξαγνιστική, όπως προσημειώσαμε, πυρά του ποιητικού λόγου το «μπακιρένιο τάσι» της πρώτης στροφής έγινε πια «δισκοπότηρο χρυσό». Με τον ίδιο τρόπο, από τη σπηλιά των αλγερινών πειρατών μεταφερόμαστε μπροστά από την Ωραία Πύλη της εκκλησίας.

26. Άγια Λαβίδα και ιερή από λαμινάρια: Άγια λαβίδα είναι η λαβίδα της Θείας Κοινωνίας, η οποία όμως εδώ υφίσταται μια ιδιαίτερη, σχεδόν βλάσφημη και ιερόσυλη, μεταμόρφωση. Για τα λαμινάρια αντλούμε πληροφορίες για μια ακόμη φορά από τη συνομιλία του ποιητή με τον Μήτσο Κασόλα:

Και τα λαμινάρια πάλι, τι είναι αυτά;

– Ένα τέλειο φύκι, θα ᾽λεγα, φυτεμένο μες στη γη, αλλά δουλεύει μόνο του, εργάζεται, ζει, το οποίο, άμα το κόψεις, μετά είναι νεκρό και ζωντανεύει και μεγαλώνει μόνο μέσα στον γυναικείο κόλπο και πουθενά αλλού. Και μπορεί να τη σκοτώσει τη γυναίκα άμα το ξεχάσει μέσα της. Μ’ αυτό κάνανε οι Αμερικάνες εκτρώσεις.

– Τόσο δραστικό είναι;

– Κάνει μια αιμορραγία μ’ αυτό η γυναίκα, διαστέλλει τον κόλπο της κι άμα το αφήσει περισσότερο απ’ όσο πρέπει, αυτό μεγαλώνει και γίνεται μια διχάλα. Μια διχάλα, ας πούμε, σαν την ιερή λαβίδα της μετάληψης, του αγίου δισκοπότηρου που λέω.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Καββαδίας δεν συνδέει κατ᾽ ανάγκην με τις πόρνες τη χρήση των λαμιναριών ως μέσου για τον τερματισμό της εγκυμοσύνης. Το απόσπασμα από τη Βάρδια που παραθέσαμε πιο πάνω παρέχει ίσως μια ένδειξη σχετικά με το γιατί: ανεπιθύμητα παιδιά δεν κάνουν μόνο οι ιερόδουλες· κάνουν κι οι «τίμιες γυναίκες», οι παντρεμένες, οι γυναίκες των ναυτικών, που μη μπορώντας να παραμείνουν πιστές λερώνουν τον κόλπο τους με το σπέρμα ξένων ανδρών.

27-28. δυο δαιμόνοι…κοντάρια: Για τον δυισμό της γυναικείας φύσης όπως συμβολίζεται από τη συνύπαρξη αγγέλων και δαιμόνων στην εικόνα αυτή (η οποία μάλλον περιγράφει ένα εικόνισμα πάνω από την Ωραία Πύλη), βλ. σχόλιο πιο πάνω. Είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ οι δαίμονες είναι «σπαθοφόροι», οι άγγελοι έχουν «σπασμένα τα κοντάρια». Σε αυτό τον ιδιαίτερο πόλεμο, που βεβαίως πεδίο του είναι ο γυναικείος ψυχισμός, το δαιμονικό στοιχείο υπερισχύει. Ακριβώς στο σημείο αυτό, τη στιγμή που ο Δαίμονας θριαμβεύει, ο Καββαδίας πρόκειται να εισαγάγει και την ίδια τη (δαιμονική) Φάτα Μοργκάνα.